- Λάτιο
- (Latium). Ιστορική γεωγραφική περιοχή και διοικητική διαίρεση (Lazio, 17.203 τ. χλμ., 4.976.184 κατ.) της Ιταλίας. Είναι η νοτιότερη περιοχή του κεντρικού τμήματος της χώρας. Εκτείνεται κατά μήκος του Τυρρηνικού πελάγους και περιλαμβάνει τις επαρχίες Φροζινόνε, Λατίνα, Ριέτι, Ρώμη και Βιτέρμπο. Το κλίμα είναι ήπιο και τυπικά μεσογειακό, εκτός από τη ζώνη των Απενίνων. Στο μεγαλύτερο τμήμα της η περιοχή αποτελείται από εδάφη που ήταν πλημμυρισμένα από τη θάλασσα κατά την τεταρτογενή περίοδο· αργότερα μεταμορφώθηκαν σε μεγάλες λίμνες, οι οποίες προσχώθηκαν σταδιακά και δημιούργησαν μεγάλες βαλτώδεις περιοχές, προστατευόμενες από τη θάλασσα με αμμώδεις ζώνες. Οι προσπάθειες για τη γεωργική αξιοποίηση του εδάφους ξεκίνησαν το 160 π.Χ. και συστηματοποιήθηκαν κατά την περίοδο μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Η οικονομία της περιοχής εξακολουθεί και σήμερα να στηρίζεται βασικά στη γεωργία και στην κτηνοτροφία. Καλλιεργούνται κυρίως δημητριακά, πατάτες, κηπευτικά και οπωροφόρα, αμπέλια και βιομηχανικά φυτά (ζαχαρότευτλα, καπνός κλπ.). Η βιομηχανία σε ολόκληρο το Λ. εξακολουθεί να βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, με εξαίρεση την περιοχή της Ρώμης, η οποία, εκτός του ότι είναι πρωτεύουσα της Ιταλίας, συγκεντρώνει μεγάλα βιομηχανικά συγκροτήματα (τροφίμων, χαρτοποιίας, γραφικών τεχνών, χημικών προϊόντων, ιματισμού, κινηματογραφικά). Επίσης μεγάλη ανάπτυξη παρουσιάζει ο τουρισμός στη Ρώμη, καθώς και στα κέντρα λουτροθεραπείας και παραθερισμού, ευνοούμενος από το πλούσιο συγκοινωνιακό δίκτυο της περιοχής. Εκτός από τη Ρώμη, δεν υπάρχουν μεγάλες πόλεις στο Λ. Οι σημαντικότερες είναι η Λατίνα, η Ριέτι, το Βιτέρμπο και το Φροζινόνε.
Το Κολοσσαίο στη Ρώμη· η ιταλική πρωτεύουσα είναι και μία από τις σημαντικότερες πόλεις στο Λάτιο (φωτ. ΑΠΕ).
Dictionary of Greek. 2013.